ΜΑΡΑΘΟΠΟΛΙΣ (ΜΑΡΑΘΟΣ) ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ
ΔΗΜΟΣ ΓΑΡΓΑΛΙΑΝΩΝ
19 Νοεμβρίου 2006
Ο ΜΗΤΣΟΣ
Πρό εικοσιπενταετίας μία παρέα φίλων, εσυνήθιζε τά Σαββατόβραδα νά συναγελάζεται σέ ταβέρνα, τρώγοντας, πίνοντας οίνον άφθονον καί διασκεδάζοντας τή βοηθεία ηλεκτροφώνου. Οσάκις δέ οί εγκέφαλοι εγένοντο τά μάλα οινοβαρείς, τούς εδίδετο ή ευκαιρία νά εκτονωθούν άδοντας καί χορεύοντας.
Εκείνην ακριβώς τήν περίοδο προσετέθη είς τήν παρέαν, άρτι αφιχθείς από τάς επαρχίας, νέος στήν ηλικία τών εικοσιπέντε περίπου. Επρόκειτο γιά εξάδελφο ενός έκ τών φίλων. Τό όνομά του Δημήτρης, αλλά προτιμούσε τό Μήτσος σάν πιό κουδουνάτο. Πρόθεσίς του ήταν νά προκόψει καί νά πάει μπροστά. Θέλοντας λοιπόν νά οδεύσει τάς λεωφόρους τής επιτυχίας, βρέθηκε στήν ανάγκη νά μεταναστεύσει. Ό οποιοσδήποτε όμως εγνώριζε τόν Μήτσο θά τό θεωρούσε αρκετά δύσκολο από τό γεγονός ότι δέν διέθετε κανενός είδους προσόν, όπως μορφωτικό ή κάποιου είδους εμπειρία σέ τομείς επαγγελματικούς, εμπορικούς κτλ. Από τό χωράφι κατ' ευθείαν στήν πόλη.
Κατά τά άλλα ήταν κοινωνικός, ευχάριστος καί συμμετείχε στήν διασκέδαση σέ όλα, εκτός τού λογαριασμού βεβαίως καθ’ ότι άνεργος. Φυσικά ουδείς έκ τών υπολοίπων τής παρέας θά διενοείτο κάτι τέτοιο δηλαδή νά απαιτήσει από τόν Μήτσο νά συμμετάσχει χρηματικώς.
Ό καιρός περνούσε ευχάριστα, όταν μία τών ημερών ό Μήτσος απέχει τής ευωχίας, είναι δέ απόμακρος καί ταξιδεύει, θά ενόμιζες ότι εβρίσκετο σέ νιρβάνα, σέ έναν δικό του ονειρικό κόσμο. Ώς έκ τούτου τό πεπόνι ήταν βαρύ, μά πάρα πολύ βαρύ, ασήκωτο. Ή παρέα δέν δείχνει νά τό αντιλαμβάνεται εκτός από έναν, ό οποίος δοθείσης ευκαιρίας ερωτά.
-Τί συμβαίνει μέ τόν Μήτσο;
-Δέν έμαθες; Διορίσθηκε.
Μάλιστα ό Μήτσος διορίσθηκε καί τό μεγάλο του όνειρο έγινε πραγματικότης, έτσι εύκολα καί απλά. Νέοι πλέον ορίζοντες ανοίγονται εμπρός του άν λάβουμε ύπ' όψιν τήν όλη του συμπεριφορά.
Πώς νά καταλάβει τόν Μήτσο ό άνθρωπος πού έκανε τήν ερώτηση, όταν ό ίδιος μερικά χρόνια πρίν τήν πρόταση γιά διορισμό τήν απέρριψε μετά βδελυγμίας διότι τήν εξέλαβε ώς προσβολή καί μάλιστα βαρυτάτη, θεωρώντας τόν χώρο γιά τούς μή έχοντας προσόντα καί από τό γεγονός ότι αποκτά κανείς μειωμένη αξιοπρέπεια όταν ευρίσκεται είς θέσιν κάποιοι νά τού δίνουν εντολές καί διαταγές, εισπράττοντας ενίοτε καί προσβολές.
Καί ή συνέχεια γιά εκείνους οί οποίοι θά επιθυμούσαν νά πληροφορηθούν, άν καί οί περισσότεροι τήν γνωρίζουν ήδη.
Ύστερα από τό περιστατικό εκείνο, τά ίχνη τού Μήτσου εχάθησαν γιά αρκετά μεγάλο διάστημα, έως ότου ένα βράδυ κατέφθασε παρκάροντας έμπροσθεν τής ταβέρνας τό μεταχειρισμένο, πρός τό παρόν κατά δήλωσήν του, Γερμανικό αυτοκίνητο κοκκίνου χρώματος, συνοδευόμενος από αρραβωνιαστικιά μέ μαλλί γιαλαντζί στό πολύ αχυρένιο. Μέ τήν είσοδό του στήν ταβέρνα έκανε μία στιγμιαία στάση δευτερολέπτων λυγίζοντας τό δεξί του πόδι καί τινάζοντας ταυτοχρόνως τό γόνατο τού αριστερού, σέ μία προσπάθεια νά ανακουφιστεί κατά τά φαινόμενα καί νά πάρει έτσι τοπικώς μία προσωρινή ανάσα. Πλησιάζοντας μάλιστα τήν παρέα χρειάσθηκε νά επαναλάβει τήν προσπάθεια γιά καλλίτερα αποτελέσματα. Τό πρόβλημα τό απέκτησε μάλλον προσφάτως, γιατί σημειωτέον δέν τό είχε κατά τό παρελθόν. Φαίνεται πώς οί ανάγκες τού είδους αυτού έχουν πλέον γιά τόν Μήτσο προτεραιότητα παντός άλλης καί αδυνατούν νά αναμένουν.
Ό Μήτσος δέν εκάθησε, διότι επέρασε μόνον γιά μία καλησπέρα καί τίποτε άλλο, επί πλέον τώρα είναι πολυάσχολος, χρόνος δέν τού μένει κτλ.
- Άει στό καλό Μήτσε, ξεφορτώσου μας.
Έκτοτε ό Μήτσος εχάθη, γεγονός τό οποίον κανέναν δέν στενοχώρησε καί ούτε φυσικά θά ήταν δυνατόν νά συμβεί κάτι τέτοιο.
Κώστας Σκιαδάς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου